γκραβούρα

γκραβούρα
Είδος έντυπης παράστασης, κυρίως σε χαρτί ή παρόμοιο υλικό. Δημιουργείται με τη βοήθεια ειδικών πλακών, στις οποίες έχει χαραχτεί το σχέδιο που προορίζεται για εκτύπωση. Οι παραστάσεις αυτές έχουν αισθητική αξία και κοσμούν συνήθως σελίδες βιβλίων, λευκωμάτων, φυλλαδίων και γενικά εντύπων με καλλιτεχνικό περιεχόμενο. Ανάλογα με το ποια μέρη της πλάκας που χρησιμοποιείται για την εκτύπωση καλύπτονται από μελάνι, οι γ. διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: τις ανάγλυφες και τις εσώγλυφες. Στην ανάγλυφη γ. όλα τα σημεία της πλάκας που περιβάλλουν το σχέδιο σμιλεύονται σε βάθος 2-5 χιλιοστών με ειδικές σμίλες ή γλύφανα, έτσι ώστε αυτό να υψωθεί πάνω από την υπόλοιπη επιφάνεια της πλάκας και να αποκτήσει ανάγλυφη μορφή. Στη συνέχεια, αφού η παράσταση μελανωθεί με ειδικό ταμπόν ή κύλινδρο, το φύλλο του χαρτιού που πρόκειται να κοσμηθεί με αυτή πιέζεται προσεκτικά πάνω στην πλάκα με το χέρι ή με τη βοήθεια μιας εκτυπωτικής πρέσας. Στην ανάγλυφη γ. ανήκουν επίσης η ξυλογραφία σε πλάγιο ξύλο, η ξυλογραφία σε όρθιο ξύλο και η γ. σε μέταλλο, που γινόταν έως το τέλος του 15ου αι. με τη χρησιμοποίηση πλακών από χαλκό, ορείχαλκο, κασσίτερο ή μόλυβδο. Στην εσώγλυφη γ. το σχέδιο βυθίζεται με ειδικά μηχανικά ή χημικά μέσα σε ένα σημείο που είναι κατώτερο από το ύψος της επιφάνειας της πλάκας. Σε μια δεύτερη φάση, οι εγκοπές μελανώνονται με τη βοήθεια ειδικού πορώδους ταμπόν και, στη συνέχεια, η πλάκα, που είναι συνήθως μετάλλινη, περιβάλλεται από υγρό χαρτί και τοποθετείται ανάμεσα στους κυλίνδρους μιας εκτυπωτικής πρέσας. Συχνά χρησιμοποιείται για την εγχάραξη, εκτός από το γλύφανο, μια ειδική χαλύβδινη γλυφίδα (pointe seche), που προσφέρει στον καλλιτέχνη τη δυνατότητα της πλαστικότερης απόδοσης του σχεδίου του ή οξύ με το οποίο επιτυγχάνεται η λεπτότερη επεξεργασία της εικόνας. Και τα δύο είδη γ. μπορούν να χρωματιστούν με την κατάλληλη τοποθέτηση των χρωμάτων στην πλάκα ή στις πλάκες, που πρόκειται να τυπωθούν στο φύλλο του χαρτιού. Αξίζει να σημειωθεί σχετικά, ότι κάθε φάση της δουλειάς του εκτυπωτή πάνω στην πλάκα ονομάζεται θέση και ότι, σε ορισμένους καλλιτέχνες, οι θέσεις που χαρακτηρίζουν μια γ. φτάνουν ακόμη και τις είκοσι. Η τέχνη της γ. άρχισε να αναπτύσσεται κατά την περίοδο της Αναγέννησης και οι πρώτες ευρωπαϊκές ξυλογραφίες που ήταν χρωματισμένες τις πιο πολλές φορές με το χέρι και είχαν θρησκευτικό περιεχόμενο, εμφανίστηκαν στα τέλη του 14ου αι., στις περιοχές της Αλσατίας, της Βαυαρίας, της Βοημίας και της Αυστρίας. Το 1430 περίπου άρχισαν να κυκλοφορούν βιβλία διακοσμημένα με τη μέθοδο της ξυλογραφίας, ενώ το 1461 εμφανίστηκε το πρώτο στοιχειοθετημένο βιβλίο που ήταν εικονογραφημένο με ξυλογραφίες. Το κύριο χαρακτηριστικό των εικόνων που παρουσιάστηκαν την περίοδο αυτή είναι η συστηματική αξιοποίηση της αντίθεσης ανάμεσα στο μαύρο και στο άσπρο, η γραμμική αδρότητα των μορφών και ο έντονα διακοσμητικός τρόπος χάραξης του. Κορυφαίος εκπρόσωπος της αναγεννησιακής γ. θεωρείται ο σπουδαίος Γερμανός ζωγράφος και χαράκτης Άλμπρεχτ Ντίρερ, που κατάφερε να συμφιλιώσει με οργανικό τρόπο την τεχνική της λεπτής σκιαγράφησης της γερμανικής ξυλογραφίας με τον πλαστικό δυναμισμό και την παραστατική αδρότητα των Ιταλών καλλιτεχνών. Toν 16o αι. επικράτησε η μέθοδος της έντονης εναλλαγής φωτεινών και σκοτεινών τόνων (chiaroscuro) και δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ελεύθερη έκφραση των συγκινησιακών διαθέσεων και των λεπτών ψυχολογικών αποχρώσεων του καλλιτέχνη (Ντ. Μπεκαφούμι, Α. ντα Τρέντο, X. Μπάλντουνγκ, Λ. Βαν Λέιντεν κ.ά). Τον επόμενο αιώνα παρατηρήθηκε η αναπαραγωγή σε μεγάλη κλίμακα ζωγραφικών πινάκων με τη μέθοδο της εσώγλυφης γ. και η ανανέωση του περιεχομένου, τόσο των ξυλογραφιών όσο και των χαλκογραφιών, με την άντληση χαρακτηριστικών θεμάτων από τη φύση. Στο πλαίσιο της θεματολογικής αυτής ανανέωσης εντάσσονται, για παράδειγμα, οι ποιμενικές σκηνές του Ιταλού Τζ. Καστιλιόνε, τα τοπία του Γάλλου Κλοντ Λαρέν και πολλές χαλκογραφίες Ολλανδών χαρακτών όπως του Α. Βαν Οστάντε, του Α. Βαν Έβερντίγκεν και του X. Ζέγκερ. Κατά τον 18ο αι. πολλαπλασιάστηκαν οι τεχνικές μέθοδοι για την αναπαραγωγή της γ. και τελειοποιήθηκε η διαδικασία αντιγραφής πινάκων και σχεδίων με τη χρησιμοποίηση της εσώγλυφης γ. Παράλληλα, άρχισε να ακμάζει ένα είδος τονικής γ., γνωστής ως merro tinto, που είχε πρωτοεμφανιστεί στη Γαλλία και στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του 17ου αι., και διαμορφώθηκαν νέες μέθοδοι εγχάραξης, όπως της χρωματιστής ακουατίντας (aquatinta), που χρησιμοποίησαν βασικά οι Γάλλοι Φ. Ζανινέ, Ντεκούρ και Π. Ντεπικούρ και του ακουαφόρτε, που υιοθέτησε ο Ζ. Φρανσουά. Εδώ θα πρέπει επίσης να αναφερθεί και η ιδιαίτερη άνθηση της ξυλογραφικής τέχνης, που σημειώθηκε τον ίδιο αιώνα στην Ιαπωνία, κυρίως χάρη στη δημιουργική προσπάθεια των καλλιτεχνών Οκομούρα Μασανόμπου, που φιλοτέχνησε έντυπα με δύο και τρία χρώματα, Σουζούκι Χαρουνόμπου, που δούλεψε με αριστοτεχνικό τρόπο τα χρώματα των εικόνων του, Κιτιγκάβα Ουταμάρο, που αποτύπωσε σε ρευστές και απαλές γραμμές τη μελαγχολική λυρική του διάθεση και Τοσοσάι Σαράκου, που προσέδωσε ένα γκροτέσκο και συνάμα δραματικό τόνο στις φιγούρες του. Κατά τον 19o αι. η καθιέρωση της ρομαντικής αντίληψης για την τέχνη εκδηλώθηκε στον χώρο της γ. με την προσπάθεια να εκφραστούν τα υποκειμενικά βιώματα του καλλιτέχνη και να επιβληθεί ως οργανωτικό στοιχείο των συνθέσεων η φαντασία. Αντιπροσωπευτικά δείγματα της τάσης αυτής αποτελούν τα έργα του Γκόγια στην Ισπανία, του Γ. Μπλακ στην Αγγλία και των Σεριάκοφ και Ματέ στη Ρωσία. Προς το τέλος του ίδιου αιώνα, ιδιαίτερη άνθηση γνώρισε η μέθοδος της χαλκογραφίας που αξιοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά από τους οπαδούς του ιμπρεσιονισμού (Μανέ, Ντεγκά κ.ά.), επειδή ήταν εξαιρετικά πρόσφορη για την εξωτερίκευση των εντυπώσεων της στιγμής, γεγονός που ικανοποιούσε το βασικό αισθητικό αίτημα των καλλιτεχνών αυτών. Στη δεκαετία του 1890 αναβίωσε η ξυλογραφία (Λεπέρ, Μόρις κ.ά.) και επινοήθηκαν νέοι τρόποι σχεδίασης, που στηρίζονται κυρίως στην έντονη αντίθεση του άσπρου και του μαύρου (Π. Γκογκέν) και στη ρυθμική χάραξη χρωματισμένων μορφών (Νίκολσον, Γκρεγκ, Οστρούμοβα, Λεμπέντεβα κ.ά.) Στις αρχές του 20ού αι. παρατηρήθηκε μια στροφή στην παράδοση της παλαιάς λαϊκής γ. (Ποσάντα, Κουλισίεβιτς κ.ά.) και μια επίμονη έμφαση στο στοιχείο της δραματικής εκφραστικότητας των προσώπων ή των πραγμάτων (Νολντ, Κίρχνερ κ.ά.). Αργότερα, με την επίδραση του Πικάσο, του Ματίς, του Ρουό κ.ά., η τέχνη της γ. εμπλουτίστηκε με νέες εκφραστικές δυνατότητες, που της εξασφάλισαν μια σπάνια συνθετική πληρότητα και δύναμη. Η ηλεκτρονική επανάσταση της σύγχρονης εποχής δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστη και την τέχνη της γ. Στον τομέα έχουν αναπτυχθεί νέες μέθοδοι που χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μηχανήματα ελεγχόμενα από υπολογιστές. Οι νέες μέθοδοι ανταποκρίνονται μεν στις ανάγκες μαζικής παραγωγής του 21ου αι. αλλά θεωρούνται ακόμη οικονομικά ασύμφορες. Γκραβούρα από εικονογραφημένο γαλλικό βιβλίο του 19ου αι.
* * *
η
1. εγχάραξη γραμμάτων ή παραστάσεως σε μέταλλο, πέτρα και άλλα στερεά σώματα
2. το έντυπο ή αντίτυπο τέτοιας παραστάσεως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. gravure < graver «χαράσσω», πιθ. < (φραγκ.) *graban (πρβλ. γερμ. graben)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γκραβούρα — η (λ. ιταλ.), χαραγμένη παράσταση επάνω σε σκληρό υλικό, χαλκογραφία, λιθογραφία κτλ.: Βρήκα στην αποθήκη ένα παλιό βιβλίο με γκραβούρες του 18ου αι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αίρεση — Αρχικά ο όρος α. είχε φιλοσοφική και πολιτική σημασία και σήμαινε την προτίμηση που μπορούσε να έχει κανείς για μια ορισμένη φιλοσοφική διδασκαλία. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει μια φιλοσοφική σχολή, μια ομάδα ή κόμμα πολιτικό,… …   Dictionary of Greek

  • αντίχριστος — Σύμφωνα με τη χριστιανική πίστη, είναι η προσωποποίηση εκείνου ο οποίος φρονεί και πράττει αντίθετα προς τον Χριστό. Τον όρο αυτό συναντούμε στις επιστολές του Ευαγγελιστή Ιωάννη (Α΄ Ιω. β΄18, δ΄3, Β΄ Ιω. 7). Ονομάζει Α. εκείνον που αρνείται τον… …   Dictionary of Greek

  • αντιμεταρρύθμιση — Αντί για τον όρο Α., με τον οποίο έχει επικρατήσει να χαρακτηρίζεται η δράση που ανέπτυξε η Καθολική Εκκλησία στο δογματικό και πειθαρχικό πεδίο από τη σύνοδο του Τριδέντου (1545) και μετά για να ανακόψει την πρόοδο του προτεσταντισμού, μερικοί… …   Dictionary of Greek

  • αποικιοκρατία — Ο όρος αποικία, με το σύγχρονο περιεχόμενό του, σημαίνει μια εδαφική μονάδα έξω από τα γεωγραφικά όρια ενός κράτους, προς το οποίο συνδέεται με δεσμούς εξάρτησης τόσο στο διοικητικό όσο και στο οικονομικό πεδίο. Η ιστορία της δημιουργίας αποικιών …   Dictionary of Greek

  • αργός — I Πόλη (υψόμ. 40 μ., 24.239 κάτ.), του νομού Αργολίδος, έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης, διατήρησε το ίδιο όνομα από πανάρχαια χρόνια. Σήμερα είναι ανεπτυγμένο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο με ωραία ρυμοτομία.… …   Dictionary of Greek

  • καφωδείο — Καφενείο στο οποίο μουσικοί και τραγουδιστές εκτελούσαν διάφορες ελαφρές μουσικές συνθέσεις (γαλλ. café chantant, καφέ σαντάν). Δημιουργήθηκε τον 18o αι. στη Γαλλία και για πολλά χρόνια αποτέλεσε σημαντικό στοιχείο στην ψυχαγωγία όχι μόνο των… …   Dictionary of Greek

  • λαυρίο — Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 10 μ., 8.558 κάτ.) του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, Ν και Α της Αθήνας, στα παράλια. Αποτελεί έδρα του δήμου Λαυρεωτικής της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής. Η περιοχή του Λ. ήταν μία από τις… …   Dictionary of Greek

  • λαύριο — Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 10 μ., 8.558 κάτ.) του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, Ν και Α της Αθήνας, στα παράλια. Αποτελεί έδρα του δήμου Λαυρεωτικής της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής. Η περιοχή του Λ. ήταν μία από τις… …   Dictionary of Greek

  • μετανάστευση — Στα πλαίσια της ευρύτερης έννοιάς του ο όρος μ. περιλαμβάνει την ιδέα της κίνησης, την αλλαγή τόπου διαμονής και μπορεί να αναφέρεται σε κάθε μετακίνηση –οριστική ή προσωρινή– ομάδων ανθρώπων ή ζώων, προς τόπους διαφορετικούς από εκείνους στους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”